Ιούλιος - Αύγουστος 2017

 

agiospaisios

Ο γέροντας μου διηγήθηκε: «Μια φορά με επισκέφθηκε ένας χίπης. Ήταν ντυμένος με κάτι πολύχρωμα, παράξενα ρούχα, φορούσε χαϊμαλιά και κοσμήματα και ζητούσε να με δει. Οι μοναχές ανησύχησαν, ήρθαν και με ρώτησαν και είπα, ας περάσει.

Μόλις κάθισε απέναντί μου είδα την ψυχή του. Είχε καλή ψυχή, αλλά πληγωμένη και γι’ αυτό επαναστατημένη. Μίλησα με αγάπη κι εκείνος συγκινήθηκε. Γέροντα, μου λέει, κανείς μέχρι σήμερα δεν μου μίλησε έτσι. Είπα τ’ όνομά του κι εκείνος παραξενεύτηκε πώς το γνώριζα. Ε, του λέω, ο Θεός φανέρωσε και τ’ όνομά σου και ότι ταξίδεψες μέχρι την Ινδία και γνώρισες εκεί τους γκουρού και τους ακολούθησες. Απόρησε πιο πολύ. Του είπα κι άλλα πράγματα για τον εαυτό του, κι έφυγε ευχαριστημένος.

Την άλλη εβδομάδα, νάσου και καταφθάνει ο ίδιος με μια παρέα χίπηδες. Μπήκαν όλοι μαζί στο κελί μου και κάθισαν γύρω μου. Ήταν μαζί τους και μια κοπέλα. Τους συμπάθησα πολύ. Ήταν καλές ψυχές, αλλά πληγωμένες. Δεν τους μίλησα για τον Χριστό, γιατί είδα ότι δεν ήταν έτοιμοι ν’ ακούσουν. Τους μίλησα στη γλώσσα τους, για πράγματα που τους ενδιέφεραν. Όταν τελειώσαμε και σηκώθηκαν να φύγουν, μου είπαν: «Γέροντα, θέλουμε μια χάρη. Να μας επιτρέψεις να σου φιλήσουμε τα πόδια». Εγώ ντράπηκα, αλλά τι να κάνω, τους άφησα. Μετά μου έδωσαν δώρο μια κουβέρτα. Θα φωνάξω να τη φέρουν, να τη δεις. Είναι πολύ ωραία.

Έπειτα από καιρό με επισκέφθηκε η κοπέλα, η χίπισσα, μόνη της. Την έλεγαν Μαρία. Είδα ότι η Μαρία ήταν πιο προχωρημένη στην ψυχή από τους φίλους της και της πρωτομίλησα για τον Χριστό. Δέχτηκε τα λόγια μου. Ήρθε κι άλλες φορές, έχει πάρει καλό δρόμο. Είπε μάλιστα η Μαρία στους φίλους της: «Βρε παλιόπαιδα, δεν φαντάσθηκα ποτέ, ότι θα γνώριζα τον Χριστό, μέσα από μια χίπικη παρέα».

«Γέροντας Παίσιος», σελ. 89

Μάιος - Ιούνιος 2017

 

Ήταν κοπέλα που προερχόταν από θεοσεβή οικογένεια. Μεγάλωσε στο Κατηχητικό Σχολείο και είχε ευλάβεια πρωτόγνωρη. Μα σαν κατέβηκε στην πρωτεύουσα για σπουδές, τα ξέχασε όλα. Μια φορά, καθώς άνοιξε το ραδιόφωνο, άκουσε κάποιον να λέει πως ο Χριστός αλλάζει τον άνθρωπο. Το έκλεισε με λύσσα. Άρχισε να κατρακυλά στην αμαρτία χωρίς σταματημό. Έπαιρνε ναρκωτικά για να ξεχνάει. Νόμιζε πως είναι ελεύθερη, γιατί έκανε ό,τι ήθελε. Στους γονείς της έλεγε το ένα ψέμα μετά το άλλο. Η καρδιά της είχε σκληρύνει. Τους ζητούσε συνεχώς χρήματα στο τηλέφωνο, με τρόπο που τους πλήγωνε: «Με γεννήσατε. Με ρωτήσατε; Πληρώνετέ με τώρα!»

Μια μέρα το L.S.D. τής δημιούργησε μια παράξενη παραίσθηση, πως η ψυχή της έφυγε από το σώμα της. Συγκλονίστηκε. «Άρα υπάρχει ψυχή, υπάρχει κόλαση και ουρανός. Δεν θέλω να πάω στην κόλαση», άρχισε να μονολογεί.

Ήταν η απαρχή της επιστροφής. Ήρθε στον εαυτό της, αναγνώρισε την κατάντια της. Θυμήθηκε τον Θεό, την Αγία Γραφή που διάβαζε μικρή. Ξεκίνησε να προσεύχεται ο Χριστός να την αλλάζει. Ο διάβολος την πολέμησε, μα η αγάπη του Θεού την κέρδισε. Το Πνεύμα Του την αναγέννησε. Η ανοιχτή αγκαλιά του Χριστού τη δέχτηκε, την ελευθέρωσε, τη γέμισε.

Ο Χριστός σώζει και σήμερα. Ας μην πάψουμε να προσευχόμαστε για τα άσωτα παιδιά μας, με πίστη στον Μεγαλοδύναμο. Έχει τρόπους να φέρνει το ξύπνημα, να βρίσκει το χαμένο, να επαναφέρει το απολωλός. Χρειάζεται όμως την πίστη μας.

Για τον άσωτο γιο λέει η Αγία Γραφή: «Επειδή αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και ξανάζησε και ήταν χαμένος και βρέθηκε». Και άρχισαν να ευφραίνονται!! Ας μην ξεχνάμε πως ο Θεός μάς αγαπά και δεν θέλει κανένας άνθρωπος, και μάλιστα νέος, να χαθεί.

Μάρτιος - Απρίλιος 2017

 

Ένας άρρωστος, ετοιμοθάνατος, είχε καλέσει έναν άνθρωπο του Θεού να τον επισκεφτεί στο νοσοκομείο. Τον βρήκε στο κρεβάτι ανασηκωμένο εξαιτίας της δύσπνοιας, με βλέμμα μελαγχολικό. Τον ρώτησε: «Ξέρετε πού πηγαίνετε»; Αμέσως του απάντησε: «Ελπίζω στον ουρανό»! «Αυτή την ελπίδα σας πού την στηρίζετε»; «Ποτέ δεν έβλαψα κανέναν. Πάντα προσπαθούσα να κάνω το καλό και να είμαι δίκαιος. Στη δουλειά μου, υπόδειγμα. Ξένη γυναίκα δεν κοίταξα. Δεν έκλεψα. Δεν είπα ψέματα. Γιατί να μη με δεχτεί ο Θεός»;

Το ύφος του έδειχνε πεποίθηση, με κάποια αναίδεια. Ο πιστός άνθρωπος του Χριστού σηκώθηκε λυπημένος να φύγει. «Δυστυχώς, αγαπητέ μου, η παρηγοριά του Ευαγγελίου και η χαρά της σωτηρίας του Χριστού δεν έχουν καμία αξία για σας». Ο άλλος θύμωσε. «Γιατί; Τι εννοείτε;» «Ο Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει αμαρτωλούς. Εσείς δεν θεωρείτε τον εαυτόν σας αμαρτωλό. Άρα ο Χριστός δεν ήρθε για σας, ή μάλλον εσείς δεν είστε από τους ανθρώπους τους οποίους ήρθε να σώσει. Αν ήσασταν ειλικρινής, θα ομολογούσατε ότι σας ελέγχει η συνείδησή σας και προσπαθείτε να την καταπνίξετε επικαλούμενος τις καλοσύνες σας και το καλό σας όνομα στην κοινωνία. Αυτά όμως είναι άχρηστα για τον Θεό. Αν τα χρησιμοποιείτε ως επιχείρημα για να κερδίσετε τη βασιλεία Του, σας αποκλείουν από το έλεος και τη συγχώρηση του Θεού. Αφού δεν αναγνωρίζετε την αμαρτωλότητά σας, δεν είναι για σας Σωτήρας».

Ο άρρωστος συγκλονίστηκε: «Ο Θεός σάς έστειλε για να μου ανοίξετε τα μάτια». Το άλλο πρωί τον επισκέφτηκε ξανά. «Τώρα ξέρω ότι ο Χριστός πέθανε για μένα, τον αμαρτωλό» είπε. Σε λίγες μέρες έφυγε για τον ουρανό, λυτρωμένος, χαρούμενος.

Διαβάζουμε στο κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο κεφ. 9 και στίχους 12,13 τα εξής: «Και ο Ιησούς τους είπε: Δεν έχουν ανάγκη από γιατρό αυτοί που υγιαίνουν, αλλά αυτοί που πάσχουν… Επειδή δεν ήρθα για να καλέσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς σε μετάνοια».

Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2017

 

Μου ήρθε, λέει ο Γέροντας Πορφύριος, μια μοναχούλα και είχε βγάλει εδώ στο χέρι της ένα πράγμα σαν καρύδι.

Όταν μου το έδειξε:

– Έλα να σε πάω επάνω στον καθηγητή, της είπα (ήμουν τότε στην Πολυκλινική).

– Εγώ δεν ήλθα για τον καθηγητή, μου λέει, ήλθα σε σας.

– Τη σταύρωσα στο μέτωπο, της σταύρωσα το χέρι και την έστειλα στο μοναστήρι της. Έγινε καλά.

– Μια άλλη εξομολογούμενη, καθώς εξομολογείτο, διέκρινα με τα μάτια της ψυχής ότι έχει καρκίνο στο στήθος.

– Είσαι καλά; της λέω. Εσύ κάτι έχεις.

– Ναι πάτερ μου, αλλά ντρέπομαι να το ειπώ.

– Πήγαινε τώρα επάνω στον τάδε γιατρό εκ μέρους μου να σε δει. Και μετά έλα να μου πεις εδώ.

– Όταν γύρισε, είχε όντως καρκίνο, την είχαν στείλει για εξετάσεις και σε τρείς μέρες θα έμπαινε στο χειρουργείο.

– Όταν γύρισε λοιπόν, την έβαλα να γονατίσει μαζί μου.

– Λέγε εσύ μέσα σου την ευχή, της λέω. Κι έλεγα κι εγώ μέσα μου προσευχή. Ύστερα την εσταύρωσα και την έστειλα να κάνει ό,τι της είπαν οι γιατροί.

Όταν σε τρείς μέρες ήλθε για το χειρουργείο, ήταν καλά. Δεν υπήρχε ούτε όγκος ούτε τίποτα.

Ο γιατρός κατέβηκε, εκτός εαυτού, στο εκκλησάκι και με βρήκε.

– Ρε παπά, τι της έκανες της γυναίκας και την έκανες καλά; Αν δεν είχα πιάσει τον όγκο με το χέρι μου και δεν το είχα δει με τα μάτια μου πριν τρείς μέρες, δεν θα το πίστευα.

Συνέχισε ο Γέροντας:

– Πολλά πράγματα βλέπουν τα μάτια μου. Πάρα πολλά θαύματα. Η Χάρις του Θεού επενεργεί δια την πίστιν των ανθρώπων.

Να πιστεύεις ότι γίνονται και σήμερα θαύματα. Διότι ο Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας.

«Ανθολόγιον Συμβουλών», Γέρ. Πορφύριος, σελ. 97,98

Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2016

 

paisios1Μια φορά ήρθε ένας νέος με μαλλιά μεγάλα σαν αλογοουρά. Ο Γέροντας Παΐσιος, τον ρώτησε:

– Έ, παλικάρι, τι δουλειά κάνεις;

– Είμαι φοιτητής.

– Έχεις μαθήματα να περάσεις;

– Έχω οκτώ.

– Άμα θέλεις να τα περάσεις, έλα να σε κουρέψω, του είπε χαριτολογώντας.

Μπήκε στο κελί του, έφερε το ψαλίδι και τον κούρεψε. Ο νέος το θεώρησε ευλογία, το είπε και σε άλλους και έρχονταν κι αυτοί να πάρουν παρόμοια ευλογία. «Έχω κάνει πολλές κουρές», έλεγε γελώντας. «Γέροντα, τι τα κάνετε τα μαλλιά τους»; «Τα κρατώ και τα φυτεύω στους φαλακρούς», απαντούσε αστειευόμενος.

Και άλλοτε ανέφερε ταπεινά: «Αν υπάρχει μία περίπτωση να σωθώ, θα είναι από τις ευχές των μανάδων. Ξέρεις πόσα γράμματα παίρνω που συγκινημένες μ’ ευχαριστούν επειδή έπεισα τα παιδιά τους να κόψουν τα μαλλιά και να βγάλουν τα σκουλαρίκια»; Δεν ήθελε οι άνδρες να τρέφουν μακριά κόμη, γιατί το θεωρούσε θηλυπρέπεια και ανέφερε το χωρίο του απ. Παύλου: «Είναι ντροπή για τον άντρα να έχει μακριά μαλλιά» (Α’ Κορ. 11:14).

Όταν έβλεπε νέους με μαλλιά μακριά τους ρωτούσε: «Μαλλιά αφήνουν οι αφιερωμένοι και οι αφηρημένοι. Εσείς τι από τα δύο είστε»;

(Ο Γέροντας Παΐσιος, σελ. 75)

Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 2016

 

Θα σας πω, παιδιά, μια ιστορία: Ήταν κάποτε μια βοσκοπούλα, που ζούσε στο βουνό και έβοσκε πρόβατα. Όλη την ημέρα κοπίαζε να βοσκήσει καλά τα πρόβατα, να τα ποτίσει, να τα φυλάξει από τ’ αγρίμια και το βράδυ να τα φέρει πίσω στο μαντρί, να τ’ αρμέξει και να τα τακτοποιήσει. Κι όταν προχωρούσε η νύχτα και οι γονείς της κοιμόνταν, αυτή, αν και κατάκοπη, πηδούσε κρυφά το φράχτη του μαντριού κι έτρεχε μέσα στο σκοτάδι, ανάμεσα από βράχια, από αγκάθια κι έφθανε στην αντικρινή ράχη, για να συναντήσει ένα βοσκόπουλο που αγαπούσε. Κι όταν το συναντούσε, ήταν πολύ χαρούμενη, παρά τους κόπους και τις θυσίες της και μάλιστα, επειδή η συνάντηση με τον αγαπητικό της, της κόστιζε κόπους και θυσίες, ήταν πιο χαρούμενη.

Να με συμπαθάτε, που καλόγερος εγώ, σας μιλώ για αγαπητικούς, αλλά το κάνω για να καταλάβετε καλύτερα τι θέλω να πω. Έτσι και η ψυχή πρέπει να έχει τον αγαπητικό της, τον Χριστό, για να είναι ευχαριστημένη, όπως και η βοσκοπούλα που ερωτεύθηκε το βοσκόπουλο. Και τι είναι οι ανθρώπινοι έρωτες μπροστά στο θείο έρωτα; Περαστικοί και απατηλοί, ενώ ο θείος έρωτας είναι αιώνιος και αληθινός. Η ψυχή που είναι ερωτευμένη με τον Χριστό είναι πάντα χαρούμενη και ευτυχισμένη, οτιδήποτε κι αν της συμβεί, όσους κόπους και θυσίες κι αν της κοστίσει ο θείος έρωτάς της. Και μάλιστα, όσο πιο πολύ κοπιάζει και θυσιάζεται χάριν του αγαπημένου της Χριστού, τόσο πιο πολύ ευτυχισμένη αισθάνεται.

Η ψυχή ερωτεύεται τον Χριστό, όταν γνωρίζει και εφαρμόζει τις εντολές Του. Όταν η ψυχή ερωτευθεί τον Χριστό, αγαπά και τους ανθρώπους, δεν μπορεί να τους μισήσει. Στην ψυχή που είναι ερωτευμένη με τον Χριστό δεν μπορεί να μπει ο διάβολος. Όπως τώρα σ’ αυτή την αίθουσα που βρισκόμαστε: Ας πούμε ότι είμαστε όλοι καλοί. Αν, κάποια στιγμή, εμφανισθούν στην πόρτα μερικοί κακοί άνθρωποι και θελήσουν να μπουν μέσα, δεν θα μπορέσουν, γιατί η αίθουσα είναι γεμάτη από μας. Έτσι και στην ψυχή, που όλος ο χώρος της είναι κατειλημμένος από τον Χριστό, δεν μπορεί να μπει και να κατοικήσει ο διάβολος, όσο κι αν προσπαθήσει, διότι δεν χωράει, δεν υπάρχει κενή θέση γι’ αυτόν. Μ’ αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να ζήσουμε την αληθινή χριστιανική ζωή»

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Γέροντος Πορφυρίου σελ. 48,49)

Ιούλιος - Αύγουστος 2016

 

Διηγήθηκε ο Γέροντας Παϊσιος ένα περιστατικό που συνέβη λίγο καιρό πριν απολυθεί: «Γυρίζαμε από την Φλώρινα, αφού είχε τελειώσει ο πόλεμος. Στον δρόμο της επιστροφής άκουσα τον Λοχαγό να βρίζει τα θεία. Τον πλησίασα και του είπα: «Από αυτή την στιγμή αρνούμαι να εκτελέσω οποιαδήποτε διαταγή σας, διότι βρίζοντας τα θεία προσβάλατε και την πίστη μου και τον όρκο μου (Πατρίδα- Θρησκεία- Οικογένεια). Ακούγοντας αυτά προσβλήθηκε και με απεκάλεσε αυθάδη. Όταν αργότερα μου είπε: «Σε διατάσσω», απάντησα: «Σας το δήλωσα πριν από λίγο ότι στο εξής δεν θα εκτελώ διαταγές σας». Ο Αξιωματικός τότε μου είπε: «Ας θεωρήσουμε το θέμα λήξαν».

» Όταν φθάσαμε στο στρατόπεδο, πήγα χωρίς καθυστέρηση και ανέφερα όσα συνέβησαν στον Διοικητή. Εκείνος μου είπε ότι η άρνηση να εκτελώ διαταγή ανωτέρου συνεπάγεται στρατοδικείο. Ξαναδήλωσα ότι δεν πρόκειται να εκτελέσω διαταγές του Λοχαγού, διότι είναι επίορκος, επειδή βρίζει τον Θεό, στον οποίο και οι δυό ορκιστήκαμε. Και είπα με αγανάκτηση: «Πειθαρχείν δει τω Θεώ μάλλον ή ανθρώποις» (Πράξεις 5:29)

Ο Αρσένιος (άγιος Παΐσιος), αφού υπηρέτησε την Πατρίδα, στις 21 Μαρτίου του 1950 πήρε το απολυτήριο του Στρατού από την Μακρακώμη Λαμίας.

Όταν αποχαιρετούσε τον φίλο του τον κ. Παντελή εκείνος τον προσκάλεσε να εγκατασταθούν στην Κέρκυρα μαζί, να φτιάξουν από ένα σπίτι και να κάνουν οικογένεια. Ο Αρσένιος αρνήθηκε λέγοντας ότι θα γίνει καλόγηρος.

Τελείωσε την στρατιωτική του θητεία και τώρα επιθυμούσε μια άλλη στρατεία, την κατάταξή του στο μοναχικό τάγμα, για να υπηρετεί τον επουράνιο Βασιλέα.

(Ο Γέροντας Παϊσιος σελ. 54,55)

Μάιος - Ιούνιος 2016

 

Ο Αββάς Μακάριος, γυρίζοντας μια μέρα στη σκήτη του, βρήκε κάποιον που έκλεβε τα πράγματά του και που τα φόρτωνε σ’ ένα μουλάρι που βαστούσε μαζί του. Και τότες, έτρεξε να του συμπαρασταθεί σαν να μην ήτανε δικά του. Και σαν να ’τανε ξένος κι αδιάφορος, τον εβοηθούσε να φορτώσει στο ζώο και τα υπόλοιπα. Και ύστερα, ήσυχα-ήσυχα, τον συνόβγαλεν ως την εξώπορτα και του είπε:

«Τίποτα, παιδί μου, δεν είχαμε μαζί μας όταν ήλθαμε στον κόσμο και τίποτα δεν θα πάρουμε μαζί μας, όταν θα φύγουμε. Ο Κύριος μου τα ’δωκεν αυτά και με το θέλημά Του έγινε αυτό που έγινε. Ας είναι τρισευλογημένο το όνομά Του για όλα».

Άλλη μια φορά πάλι, την ώρα που έλειπεν από τη σκήτη του, μπήκε σ’ αυτή κάποιος κλέφτης. Και γυρίζοντας ο Γέροντας ξαφνικά, τον έπιασε που έπαιρνε τη φτωχική του οικοσκευή και την εφόρτωνε στην καμήλα του.

Έτρεξε λοιπόν κι αυτός στο κελί του, και παίρνοντας τα υπόλοιπα από τα πράγματά του, τα παράδινε στον κλέφτη, για να τα φορτώσει κι αυτά στην καμήλα του. Αφού λοιπόν ο κλέφτης τα εγομάριασεν όλα, άρχισε να κτυπά την καμήλα του, για να σηκωθεί και να φύγουνε, αυτή όμως δεν εσηκωνότανε, με κανένα τρόπο.

Όταν λοιπόν το είδεν αυτό ο αββάς Μακάριος, μπήκε γρήγορα στο κελλί του και παίρνοντας ένα μικρό σκαλίδι που είχε υπομείνει, το φόρτωσε κι αυτό επάνω στην καμήλα λέγοντας: Αυτό, αδελφέ μου, θέλει η καμήλα και γι’ αυτό δεν σηκώνεται. Και κτυπώντας την λίγο με το πόδι του, της είπε: «Σήκω επάνω».

Κι αυτή αμέσως εσηκώθηκε. Κι αφού προχώρησε λιγάκι, πάλι ξανακάθησε. Και με κανένα τρόπο δεν ξανασηκώθηκε, παρά αφού πρώτα την εξεφόρτωσε από τα πράγματα, που την είχαν φορτώσει. Κι ο κλέφτης καταντροπιάσθηκε, κι έφυγε, χωρίς να πάρει τίποτα μαζί του.

Σελίδα 63 από 75

Το Σύμβολον της Πίστεως

Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων. Φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού γεννηθέντα, ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι' ου τα πάντα εγένετο. Τον δι' ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών, και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου, και Μαρίας της Παρθένου, και ενανθρωπήσαντα. Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου, και παθόντα, και ταφέντα. Και αναστάντα τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς. Και ανελθόνται εις τους ουρανούς, και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός. Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, Ου της Βασιλείας ουκ έσται τέλος. Και εις το Πνεύμα το Αγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν διά των Προφητών. Εις Μίαν, Αγία, Καθολικήν, και Αποστολικήν Εκκλησίαν. Ομολογώ έν Βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών. Προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών, και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.

Θα μας βρείτε

Σατωβριάνδου 31 - AΘHNA 104 31 1ος όροφος  (η είσοδος μας είναι διαφορετική της πολυκατοικίας)

Τηλέφωνο: 2105227726

Email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Top