Ιούλιος - Αύγουστος 2020
Ο Χριστιανός Καθηγητής
Ένας Χριστιανός καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου εξέταζε μια μέρα τους φοιτητές του στην απαγγελία. Όταν σηκώθηκε ένας νεαρός για ν’ αρχίσει την απαγγελία του, δεν κράτησε σωστά το βιβλίο του. Ο καθηγητής τον κατακεραύνωσε: «Πάρε το βιβλίο σου στο σωστό χέρι και κάθισε κάτω!» Σ’ αυτά τα σκληρά λόγια, ο φοιτητής σήκωσε το δεξί του μπράτσο. Το χέρι του ήταν κομμένο!
Για μια στιγμή ο καθηγητής δίστασε. Έπειτα πήγε κοντά στον ανάπηρο φοιτητή, άπλωσε τα χέρια του, τον αγκάλιασε και του είπε με δάκρυα στα μάτια: «Δεν το ήξερα. Σε παρακαλώ συγχώρησέ με». Η ταπεινή αυτή αίτηση συγνώμης έκανε τρομερή εντύπωση σ’ εκείνο το νεαρό φοιτητή.
Την ιστορία αυτή την είπαν έπειτα από πολύ καιρό σε μια μεγάλη συγκέντρωση. Τότε σηκώθηκε ένας άνδρας, προχώρησε μπροστά, γύρισε προς το πλήθος και είπε: «Εγώ ήμουν εκείνος ο φοιτητής. Ο καθηγητής μου με οδήγησε να πιστέψω συνειδητά στο Χριστό. Δεν θα το είχε κάνει όμως ποτέ αυτό, αν δεν είχε επανορθώσει το λάθος του».
«Ντυθείτε λοιπόν, ως εκλεκτοί του Θεού άγιοι και αγαπημένοι, με αισθήματα ευσπλαχνίας, με καλοσύνη, με καλοσύνη, με ταπεινοφροσύνη, με πραότητα, με μακροθυμία» (Κολ. 3:12).
Μάιος - Ιούνιος 2020
Άλλο Πράγμα το Καθήκον και
Άλλο Πράγμα η Αγάπη
Πάντα είχα την απορία, γιατί πρέπει, ως Ορθόδοξος Χριστιανός, να συνδέω την προσφορά προς τον συνάνθρωπο, τον εθελοντισμό με το Ευαγγέλιο; Υπάρχουν χιλιάδες εθελοντικές οργανώσεις που προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες προς τον συνάνθρωπό μας και οι οποίες κινούνται από υποχρέωση και καθήκον προσφοράς, χωρίς να γίνεται σύνδεσή τους με κάποια θρησκεία. Η απορία μου αυτή έμενε μετέωρη για πολλά χρόνια, μέχρι που ο Κύριος μου την έλυσε με το εξής περιστατικό.
Βρίσκομαι στο νοσοκομείο για να κρατήσω συντροφιά σε ένα εγκαταλειμμένο ασθενή, που βρίσκεται εκεί για πολλές ημέρες. Παιδιά δεν έχει και η σύζυγός του δυστυχώς είναι κατάκοιτη από αλτσχάϊμερ. Η μοναξιά τού πληγώνει την ψυχή αφάνταστα, περισσότερο από τον σωματικό του πόνο. Κάθομαι δίπλα του, κουβεντιάζω και τον ενθαρρύνω. Εκείνος μιλά μαζί μου για την ζωή του, αλλά κάποιες στιγμές παθαίνει παραισθήσεις και μου δείχνει πρόσωπα που δεν υπάρχουν στο δωμάτιο. Τα δάχτυλα των χεριών του κρατάνε την άκρη του σεντονιού και κινούνται νευρικά, ακατάπαυστα, σαν να θέλει να το σκίσει ή να το τσαλακώσει.
Ο ορθολογισμός μου, κινούμενος επί μιάμιση ώρα από καθήκον να του καλύψω την μοναξιά του και να του γλυκάνω τον ψυχικό του πόνο δεν τον απάλλαξε από τη νευρική κίνηση των δακτύλων επάνω στο σεντόνι. Η ταραχή και ανησυχία του ζωγραφιζόταν στο πρόσωπό του. Κάποια στιγμή στοργικά του λέω: «Ηρεμήστε». Τον σκεπάζω με το σεντόνι, του χαϊδεύω το στήθος και μετά το μέτωπο.
Τότε ακούω από τον ασθενή ένα «ευχαριστώ». Τα δάχτυλα του χεριού του ηρεμούν, το νευρικό του πρόσωπο γαληνεύει και βυθίζεται στον ύπνο. Τότε συνειδητοποιώ πως ό,τι δεν κατάφερα επί μιάμιση ώρα, το κατάφερα μέσα σε λίγα λεπτά.
Άλλο πράγμα το καθήκον και άλλο πράγμα η αγάπη. Το καθήκον και ο ανθρωπισμός είναι προϊόντα του νου, ενώ η αγάπη είναι προϊόν της καρδιάς. Δύο κινήσεις της ψυχοσωματικής οντότητας του ανθρώπου. Η πρώτη έχει όρια τη λογική, ενώ η δεύτερη δεν έχει κανένα όριο, διότι μπορεί να φτάσει μέχρι την αυτοθυσία. Να γιατί ο Χριστός επιπλήττει τη Μάρθα που «μεριμνά και τυρβάζει περί πολλά», ενώ για την αδελφή της λέει ότι «την αγαθή μερίδα εξελέξατο» (Λουκ. 10:41-42). Ο Χριστός δεν θέλει τους ανθρώπους του καθήκοντος, αλλά εκείνους της αυτοθυσίας, όπως και ο ίδιος θυσιάστηκε για τη δική μας σωτηρία.
(Ανώνυμο)
Μάρτιος - Απρίλιος 2020
Γιατί όχι σε μένα;
Σύρθηκα μέχρι το παράθυρο. Έξω η βροχή πέφτει ορμητικά, λες και θέλει να ξεπλύνει τις ανομίες μας πάνω στη γη. Ο πόνος στο στομάχι αβάσταχτος. Πέρασε η επήρεια του παυσίπονου. Το επόμενο σε μία ώρα. Μετράω το χρόνο με τον πόνο, τον μόνιμο σύντροφό μου. Ο καρκίνος στο στομάχι μου είναι η κλεψύδρα μου και ο πόνος κόκκοι άμμου στο νευρικό μου σύστημα.
Η ανακοίνωση από το γιατρό της ύπαρξης του καρκίνου, μου γκρέμισε τον κόσμο μου. Αυτόν που ιδανικά έφτιαχνα στο μυαλό μου για το αύριο. Σίγουρα αλλιώτικο από αυτό που ήρθε. Όνειρα, λεφτά, δόξα, επιτυχία, καριέρα. Από την άλλη ο καρκίνος. Ο φονέας των ονείρων. Ο φονέας του πόνου μου. Γιατί σε μένα Θεέ μου;
Τελικά γίναμε φιλαράκια, εγώ και ο πόνος. Αυτός που έγινε ο δάσκαλος μου. Ο δάσκαλος της ζωής. Δύσκολη η μετεξέλιξη. Όποιος δεν πονέσει δεν ξέρει. Όποιος δεν πονέσει δεν ξέρει από ζωή. Τελικά γιατί όχι σε μένα; Γιατί να ήταν κάποιος άλλος στη θέση μου; Μήπως ο πόνος κάποιου άλλου θα σήμαινε τη δική μου χαρά; Κι αν η χαρά είναι κρυμμένη κάπου αλλού…
Πλησιάζει Πάσχα… Κάποιοι θα το ζήσουν και κάποιοι όχι. Ποιος ξέρει; Ίσως να μην προλάβω το φετινό Πάσχα. Ίσως, όμως να το ζήσω ολοκληρωτικά, παντοτινά. Ποιος ξέρει; Η ζωή μου όμορφη, με χαμόγελα και χαρές. Είχε και στενάχωρες στιγμές και άλλες με πίκρα. Χαίρομαι για ό,τι έζησα. Πικραίνομαι για ό,τι μπορούσα και δεν το έζησα. Προσμένω το Πάσχα. Όχι το φετινό. Εκείνο της αιώνιας Ανάστασης…
Η βροχή σταμάτησε. Ένα ουράνιο τόξο πάνω από το απέναντι βουνό. Τώρα το φως, πριν τα μαύρα σύννεφα. Το φως απλωμένο με όλα του τα χρώματα, σημάδι ελπίδας. Πρέπει να ξαπλώσω, να ξαποστάσω, ίσως κοιμηθώ λίγο. Μέσα στο δωμάτιο, μόνο το φως του καντηλιού. Η φλόγα του τρεμοπαίζει μπροστά στο πρόσωπο του Εσταυρωμένου. Η μόνη μου ελπίδα. Όχι για τον πόνο. Αυτός είναι, είμαι…εγώ. Μαζί πορευόμαστε. Μόνη μου ελπίδα κι αποκούμπι η Χάρις Του. Αυτός ξέρει από πόνο. Με καταλαβαίνει, με νοιώθει. Μόνη ελπίδα η γνώση του σταυρού. Ο δικός μου είναι βαρύς! Τον αντέχω όμως, γιατί τον σηκώνει Εκείνος…
Εκείνος είναι η ελπίδα για τη στιγμή που θα ξαναρχίσει να βρέχει, μέσα μου. Έξω η βροχή ξανάρχισε το χορό της. Τα μάτια μου κλείνουν. Το νέο παυσίπονο έδρασε. Ας κοιμηθώ λίγο…
Υ.Γ. Μπορεί να είναι μια σκηνή από το παρόν. Μπορεί να είναι και μία σκηνή από το αύριο. Ποιος ξέρει; Καλή Ανάσταση!!
«Ενορία.gr» & «Πέρασμα στη απέναντι όχθη», π. Βασίλειος Θερμός
Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2020
Η συντροφιά του Ερημίτη Παϊσίου στο Σινά
Η ανθρώπινη συντροφιά στο ερημικό κελάκι του και στη Σπηλιά ήταν σπάνια. Μερικά πουλιά και κάποια ποντικάκια. Συνήθως δύο πέρδικες έρχονταν και του έκαναν συντροφιά στις ατελείωτες ώρες που ήταν μόνος στην έρημο, στο βουνό της προσευχής. Οι πέρδικες και τα άλλα άγρια πουλιά τον παρηγορούσαν. Συχνά, όταν σκάλιζε εικόνες, έρχονταν κοντά του και ανέβαιναν στους ώμους του.
Οι «φτερωτοί φίλοι» έμπαιναν και μέσα στο μικρό κελί του από την πόρτα που την είχε συνέχεια ανοιχτή, επειδή δεν υπήρχε παράθυρο. Κάποτε πήγε να σηκώσει μία μεγάλη πέτρα, πιάστηκε η μέση του και έμεινε για είκοσι ημέρες ξαπλωμένος στο πεζούλι που είχε για κρεβάτι. Τότε πολλά πουλάκια έμπαιναν στο κελί, του έκαναν παρέα και κελαηδούσαν γλυκά για ώρες. Έλεγε μετά στους μοναχούς του Σινά: «Να είσαι άρρωστος, να σε επισκέπτονται πουλιά, να μη δίνουν σημασία στο φαγητό, μόνο να κελαηδούν γλυκά!» Ακόμα όμως και μακριά από το Ασκητήριό του, τον ακολουθούσαν πουλιά στα βράχια και στις σπηλιές που πήγαινε για να ψάλλει και να προσευχηθεί.
«Μια φορά έκανα χυλό με ρύζι και την άλλη μέρα καθάρισα το κονσερβοκούτι που είχα βράσει το ρύζι και πέταξα τα ξερά απομεινάρια στα ποντικάκια. Από τότε, κάθε φορά που σκάλιζα εικόνες και πετιόνταν κομματάκια ξύλου, αυτά, ακούγοντας το θόρυβο και βλέποντας το ξύλο, νόμιζαν ότι είναι ρύζι και μαζεύονταν. Ακόμα και τα άγρια ζώα ημερεύουν κοντά μας, όταν ζούμε σωστή ζωή» και συνεχίζει ο Άγιος την αναφορά του: «Τα άγρια ζώα είναι πολύ φιλότιμα. Συνάντησα φιλότιμο περισσότερο στα άγρια ζώα, παρά σε πολλούς ανθρώπους. Καλύτερα να έχουμε φιλία με αυτά, παρά με κοσμικούς ανθρώπους. Αν θέλεις φίλο αληθινό, μετά τον Θεό, πιάσε φιλία με τους Αγίους. Αλλιώς με τα άγρια ζώα.»
Ο Γέροντας, έξω από το κελλάκι του, ειδικά τον χειμώνα, έτριβε παξιμάδι και το έριχνε στην αυλή του να φάνε τα πουλιά, μικρά και μεγάλα, άγρια και ήμερα. Κάποια κάθονταν και στην παλάμη του Γέροντα και συνέχιζαν να τρώνε. Ένιωθαν τα πουλιά, ακόμα και τα άγρια, ασφάλεια κοντά στον Γέροντα.
Η άγια ασκητική ζωή του, η απλότητα και η ηρεμία του έκαναν τα πτηνά του ουρανού να βρίσκουν φωλιά στο κελί του, στα γύρω βράχια, στην απεραντοσύνη της καρδιάς του.
«Μυστικοί ασκητικοί αγώνες του Αγίου Παϊσίου» (σελ. 110, 111, 112)
Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2019
Το Θέλημα Του Θεού
Πολλά Βεδουϊνάκια πήγαιναν στο Ασκητήριο της σκήτης του Αγίου Γαλακτήωνος με λαχτάρα και προσμονή για να συναντήσουν τον άνθρωπο της αγάπης, τον γλυκό τους «Αμπούνα Παΐζι», με τα πόδια σκασμένα επειδή περπατούσαν ξυπόλυτα. Τότε ο Γέροντας Παΐσιος έκανε ό,τι μπορούσε να τα αναπαύσει. Τους έβαζε κερί στα σχισίματα, τους έδινε και ένα ζευγάρι σανδάλια, καπελάκια. Μαζεύοντας όμως τόσα πολλά, δεν επαρκούσαν τα λίγα χρήματα του εργόχειρου που κρατούσε για τις ανάγκες του.
Το δίλημμα του Αγίου ήταν κρίσιμο: «Εδώ στην άγρια έρημο ήρθα για να βοηθώ τους Βεδουϊνους ή να κάνω καρδιακή προσευχή για τον κόσμο;» Τότε αποφάσισε, να περιορίσει το εργόχειρο, προσευχήθηκε και παρακάλεσε τον Ιησού Χριστό και την Παναγία να δώσουν την κατάλληλη λύση στο συγκεκριμένο ζήτημα που τον απασχολούσε. Το άφησε, όπως άλλωστε έκανε πάντα, στο θέλημά Του. Δεν είχε δικό του θέλημα σχεδόν καθόλου. Τα είχε όλα εμπιστευθεί στο θεϊκό Του σχέδιο, στο θέλημά Του. «Βρες Εσύ, Χριστέ μου, ποια είναι η ορθή στάση και στο πιο πάνω ζήτημα».
Και ο Θεός έδωσε άμεσα λύση! Πιο άμεσα δεν γίνεται! Την καλύτερη, την πιο ξεκάθαρη. Λύση γεμάτη Σοφία και Αγάπη. Έτσι έγινε το ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑ, αυτό του Θεανθρώπου πραγματικότητα και ο Γέροντας βρήκε ανάπαυση.
Την ίδια λοιπόν κιόλας ημέρα τον επισκέφτηκε στο κελλάκι του ένας ευσεβής, φιλάνθρωπος Έλληνας γιατρός που ζούσε για χρόνια στο εξωτερικό. Ο Άγιος Παΐσιος του μίλησε με ανιδιοτελή αγάπη, σαν να τον γνώριζε από χρόνια:
«Έλα γιατρέ, σε περίμενα», του είπε.
Κάθισε μαζί του για πολλές ώρες και είπαν πολλά. Του έδωσε πολύτιμες συμβουλές ο Γέροντας και του αποκάλυψε σημαντικές λεπτομέρειες και ζητήματα της προσωπικής και επαγγελματικής ζωής του, που μόνο ο ίδιος ο γιατρός γνώριζε.
Εκείνος τότε έμεινε κατάπληκτος, με ανοιχτό το στόμα, να παρατηρεί τον Γέροντα και τα χαρίσματά του. Γυρίζει τότε και του προσφέρει εκατό λίρες λέγοντας: «Πάρε π. Παΐσιε, άνθρωπε του Θεού, από τον αμαρτωλό γιατρό Β.Κ. εκατό λίρες για να βοηθάς τα παιδάκια, τα φτωχά, τα ξυπόλητα των Βεδουΐνων, να μην βγαίνεις από το πνευματικό σου πρόγραμμα και να μην αφήνεις τα πνευματικά, την αγρυπνία, την προσευχή…»
Τόσο συγκλονίστηκε ο Άγιος από την πρόνοια και την αγάπη του Ιησού Χριστού, που άφησε για λίγο μόνο του τον γιατρό, σε ένα πεζούλι, έξω από το κελλάκι και μπήκε γρήγορα μέσα, για να μην δει ο καλός χριστιανός τα δάκρυα ευγνωμοσύνης του Αγίου. Τον διέλυσε η άμεση παρέμβαση του Θεού και θαύμασε για μια ακόμη φορά τα θαυμαστά της θείας πρόνοιας και αγάπης.
Στο τέλος, ο Άγιος τον συνόδευσε και τον οδήγησε από ένα σύντομο και ασφαλές μονοπάτι, γιατί νύχτωσε.
Με τα χρήματα του εργόχειρου και τα χρήματα που πήρε από τον φιλάνθρωπο γιατρό, ο π. Παΐσιος, όχι μόνο βοηθούσε τους Βεδουΐνους, αλλά και ένα ορφανό παιδί για να σπουδάσει Θεολογία στην Ελλάδα.
«Μυστικοί ασκητικοί αγώνες του Αγίου Παϊσίου», (σελ. 111,112)