Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2016
Ο Παύλος ονειρεύτηκε ότι προχωρούσε μόνος με απλωμένα τα χέρια του, ψηλαφίζοντας μέσα στο σκοτάδι. Μάταια προσπαθούσε να διακρίνει το δρόμο ή ν’ ακούσει κάποιον για να τον οδηγήσει στο σωστό μονοπάτι. Ξαφνικά, ένοιωσε το έδαφος να υποχωρεί κάτω από τα πόδια του κι αυτός να βουλιάζει, πέφτοντας προς τα κάτω, ώσπου χτύπησε στον πάτο ενός σκοτεινού πηγαδιού.
Τρομαγμένος κοίταξε ψηλά προς το άνοιγμα του πηγαδιού και είδε ένα φωτεινό αστέρι, που όμως δε μπορούσε να τον βοηθήσει. Όλο το κορμί του πονούσε κι απελπισμένος φώναξε:
- Βοήθεια! Βοήθεια!
Ο αντίλαλος της φωνής του φαινόταν να τον ειρωνεύεται και το αστέρι να χαμογελά μελαγχολικά.
Μετά από λίγο είδε στο άνοιγμα της τρύπας έναν καλοντυμένο κύριο, που τον κοιτούσε μ’ ένα πλατύ χαμόγελο. Κουνώντας το χέρι του έλεγε:
- Πώς βρέθηκες μικρέ μου εκεί κάτω, δεν πρόσεξες;
Και πριν προλάβει ο Παύλος να απαντήσει, εκείνος ο κύριος συνέχισε:
- Αυτό δεν έπρεπε να το κάνεις. Τα σκοτεινά πηγάδια δεν είναι ασφαλής τόπος για τα μικρά παιδιά.
- Κύριε, σας παρακαλώ, βοηθήστε με. Ούτε κι εγώ το κατάλαβα πώς βρέθηκα μέσα σ’ αυτό το πηγάδι. Φοβάμαι και πονάω πολύ. Δεν έσκυψε, όμως, να τον βγάλει από το πηγάδι και απομακρύνθηκε λέγοντας:
- Απρόσεκτο παιδί! Ανόητο παιδί!
Σε λίγο φάνηκε ένας γεροδεμένος άντρας.
- Κύριε! Όποιος κι αν είστε, φαίνεστε δυνατός. Σας παρακαλώ βγάλτε με από δω μέσα, φώναξε μ’ όλη του τη δύναμη ο Παύλος.
- Αγόρι μου, αυτό που έκανες να μην το ξανακάνεις. Θα σου δώσω τώρα μερικούς κανόνες, που θα σε βοηθήσουν να μην επαναλάβεις το ίδιο σφάλμα, είπε ο ρωμαλέος άνδρας με αυστηρότητα.
Πήρε μολύβι και χαρτί κι άρχισε να γράφει σε χαρτί τους «Κανόνες καλής συμπεριφοράς» και επιδεικτικά φεύγοντας, πέταξε το χαρτί στον Παύλο. Ο Παύλος φωνάξε απελπισμένος:
- Εδώ μέσα που βρίσκομαι, δεν με ωφελούν οι κανόνες σου. Εγώ έχω ανάγκη από κάποιον που θα με βοηθήσει να βγω από το βούρκο.
Ξαφνικά έλαμψε ένα φως και είδε κάποιον να κατεβαίνει και να στέκεται δίπλα του. Τα ρούχα του ήταν ολόλευκα και παρόλο που πατούσε μέσα στο βούρκο, τα πόδια του παρέμειναν καθαρά! Η μορφή του ήταν γλυκιά και το βλέμμα του γαλήνιο!
Ο Παύλος ένοιωσε τα δυνατά του χέρια να τον αγκαλιάζουν, να τον βγάζουν από το βούρκο και να τον ανεβάζουν ψηλά. Αφού βγήκαν στο ξέφωτο, τον έστησε πάνω σ’ ένα βράχο. Ο Παύλος θαμπώθηκε από το φως κι όταν συνήλθε, πρόσεξε ότι το μέτωπο του ξένου ήταν ματωμένο και τα χέρια του τρυπημένα από τα καρφιά. Τότε ο Παύλος τον αναγνώρισε!
Ο Ιησούς! Φώναξε συγκινημένος και Τον προσκύνησε.
Παιδιά μου το όνειρο αυτό έχει κάποιο νόημα. Ο Παύλος δεν πρόσεξε στη ζωή του κι έπεσε μέσα στο βούρκο της αμαρτίας. Όταν κατάλαβε το λάθος του, φώναξε για βοήθεια.
Όπως ο Παύλος έκλαψε για την κατάντια του και φώναξε για βοήθεια, το ίδιο κάνε κι εσύ παιδί μου και ο Ιησούς Χριστός θα σε σώσει. «Γιατί ο Χριστός είναι το τέλος του νόμου, αφού εκπληρώνει το σκοπό του, δίνοντας τη σωτηρία σε όποιον πιστεύει» (Ρωμαίους 10:4).