Μάρτιος - Απρίλιος 2016
Σ’ ένα χαμηλό σπιτάκι, στην άκρη του χωριού, ζούσε ένας χωρικός. Δεν είχε γυναίκα και παιδιά και γι’ αυτό κρατούσε ένα σκύλο κι έναν πετεινό για συντροφιά. Ο σκύλος και ο πετεινός έγιναν πιστοί φίλοι και φρόντιζε ο ένας να βοηθάει και για να υπερασπίζεται τον άλλο.
Όταν ο αφέντης τους δούλευε στα χωράφια, ο σκύλος τού πήγαινε το ζεστό φαγητό του και όση ώρα έλειπε ο σκύλος, ο πετεινός πρόσεχε το σπίτι. Κάποιο μεσημέρι όμως, καθώς ο σκύλος πήγαινε το φαγητό στον αφέντη του, μια αλεπού τον είδε από μακριά και είπε μέσα της:
– Να η ευκαιρία! Τώρα ο πετεινός είναι μόνος του στο σπίτι. Θα μπορέσω εύκολα να τον ξεγελάσω και να τον φάω.
Με τη σκέψη αυτή έτρεξε γρήγορα στο χωριό, πριν προλάβει να επιστρέψει ο σκύλος. Μπήκε στην αυλή αθόρυβα και στάθηκε κάτω από το παράθυρο, πολύ κοντά στο τοίχο κι άρχισε να τραγουδάει:
– Σαν εσένα δεν είν΄ άλλος πετεινός τόσο μεγάλος. Έπρεπε όλα τα πουλιά να σε κάνουν βασιλιά. Φρόντισε γι΄ αυτό νωρίς την κορόνα να φορείς.
Η φωνή της αλεπούς αντήχησε βαθιά μέσα στο σπίτι. Ο πετεινός άκουσε το τραγούδι και κολακεύτηκε πολύ από τα λόγια του.
Ποιος είναι αυτός που με θαυμάζει τόσο και ήρθε να μου κάνει καντάδες; Είπε ο πετεινός και φούσκωσε την πουπουλένια φορεσιά του. Άνοιξε το παράθυρο κι έσκυψε να δει αυτόν που τον θαύμαζε και ήρθε να του το πει τραγουδώντας. Όπως ο πετεινός τέντωσε το λαιμό του κι έβγαλε το κεφάλι του έξω για να δει, η αλεπού τον άρπαξε στη στιγμή κι άρχισε να τρέχει προς τη φωλιά της. Ο πετεινός κατάλαβε ότι γρήγορα πλησίαζε το τέλος του.
– Αν μπορούσα να ειδοποιήσω το σύντροφό μου, το σκύλο, ότι κινδυνεύει η ζωή μου, είμαι σίγουρος πως θα ερχόταν να με γλιτώσει. Πρέπει να βρω τρόπο να του στείλω μήνυμα με τη λαλιά μου, στέναζε απελπισμένος. Έσκυψε τότε στο αυτί της αλεπούς και όσο πιο ευγενικά μπορούσε της είπε:
– Το τραγούδι σου μ’ ευχαρίστησε πολύ. Θέλω όμως τώρα κι εγώ να σου τραγουδήσω, αν μ’ αφήσεις για λίγο να σταθώ πάνω σ’ εκείνο το κλαδί!
Η αλεπού δεν πονηρεύτηκε και τον άφησε να πει το δικό του τραγούδι. Ο πετεινός τίναξε τα μουδιασμένα από το σφίξιμο φτερά του και φώναξε με όλη του τη δύναμη: «Κικιρίκου! Κικιρίκου»! πολλές φορές. Η αλεπού συνεπαρμένη από τη μουσική δεν πρόσεξε τα λόγια του τραγουδιού: «Σύντροφε, άκουσέ με! Κινδυνεύω. Γλίτωσέ με!»
Ο σκύλος στο μεταξύ είχε αφήσει το φαγητό κι επέστρεφε στο σπίτι. Μόλις άκουσε την απελπισμένη λαλιά του πετεινού, κατάλαβε ότι βρισκόταν σε κίνδυνο. Σήκωσε το κεφάλι του, τέντωσε τα αφτιά του κι άρχισε να οσμίζεται τον αέρα. Έτσι σύντομα εντόπισε τον τόπο που βρισκόταν ο πετεινός. Άρχισε να τρέχει με όλη του τη δύναμη προς την κατεύθυνση εκείνη και τους πρόλαβε ακριβώς έξω από τη φωλιά της αλεπούς. Με ένα πήδημα άρπαξε την αλεπού από την ουρά. Της έδωσε αρκετές δαγκωματιές κι έτσι ελευθέρωσε το σύντροφό του τον πετεινό.
Μπράβο στον πιστό σκύλο! Όμως ο πετεινός, παιδιά μου, δεν θα έμπλεκε σ’ όλη αυτή την περιπέτεια, που παρά λίγο να του στοιχίσει τη ζωή, αν δεν ξεγελιόταν από τις ύπουλες κολακείες της αλεπούς. Προσοχή λοιπόν στα κολακευτικά λόγια.
Πολύ σοφά μας προειδοποιούν τα λόγια του Θεού: «Ο άνθρωπος που τον άλλον κολακεύει, απλώνει δίχτυ μπρος στα πόδια του» (Παροιμίες 29:5).