Μάρτιος - Απρίλιος 2022
Η Προσευχή του Γέροντα στην Παναγούδα
Ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος αποκάλυπτε κατά διαστήματα σε πνευματικά του τέκνα τον τρόπο της προσευχής του. Αγόγγυστα θυσιαζόταν για τους άλλους, επειδή καρδιακά αγαπούσε ακόμα και τους εχθρούς του. Μέσω της προσευχής παρακαλούσε τον Θεό να τους αναπαύσει, να αναπαύσει όλους εμάς που έχουμε ξεχάσει να προσευχόμαστε. Το βάθος της προσευχής του θα μείνει για πάντα άγνωστο, ένα καλά κρυμμένο μυστικό.
Προσεύχονταν με όλη τη δύναμη του «είναι» της ψυχής και της καρδιάς του. Προσευχή καρδιακή και για όλους όσους οι καρδιές τους παρέμεναν ανενεργές, αμέτοχες. Δεν άφησε καμία θεϊκή κλήση αναπάντητη. Ήταν πάντοτε όρθιος, έτοιμος να θυσιαστεί για τον πλησίον. «Ένα καρδιακό Κύριε Ελέησον» που έλεγε ο Άγιος Παΐσιος, «μπορεί να ισοδυναμεί με μια ολόκληρη αγρυπνία.
Από την καρδιά του αντλούσε το φως και με τα δάκρυά του έπλενε τις δικές σου, τις δικές μου αμαρτίες και ας αγνοούσαμε οι περισσότεροι την παρουσία του. Άρχιζε την προσευχή του λέγοντας πρώτα λίγες φορές ψιθυριστά: «Ο Θεός ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ» (Λουκ. 18:13).
Έλεγε συνέχεια «Κύριε, Ιησού Χριστέ» (εισπνοή) «ελέησόν με» (εκπνοή). Πολλές φορές βυθιζόταν στην ευχή, χανόταν μέσα στα λόγια της, άρπαζε η καρδιά του φωτιά και καίγονταν. Βρισκόταν σ’ ένα γλυκό, ουράνιο βύθισμα χωρίς αρχή και τέλος. Τότε ξεχνούσε τα πάντα. Βυθιζόταν σε παραδεισένιες συχνότητες. Δεν ήθελε τίποτε άλλο να κάνει το μυαλό. Ο νους του σταματούσε να λειτουργεί.
Είχε αγκαλιάσει τον Χριστό τόσο δυνατά, που δεν ήθελε να Τον αποχωριστεί ούτε για λίγο. Η ψυχή αισθανόταν τη γλυκύτητα της θεϊκής αγάπης, σκιρτούσε από ευγνωμοσύνη και χαρά.
(Μυστικοί Ασκητικοί Αγώνες του Αγ. Παϊσίου, σελ. 173, 174)