Διότι αγάπη σημαίνει ξερίζωμα του εγωισμού, ενώ το «εγώ» είναι η άρνηση της αγάπης. Στην πνευματική ζωή τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά απ’ ό,τι στην κοσμική. Ο Χριστός είπε: Εκείνος που ζητά να σώσει τη ζωή του, θα χάσει την αιώνια ζωή, κι εκείνος που χάνει τη ζωή του, για χάρη μου, θα την κερδίσει: «Ο ευρών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν, και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν». Εκείνος λοιπόν που χάνει, κερδίζει. Και όποιος νομίζει ότι κέρδισε, είναι χαμένος. Αυτή την πραγματικότητα βιώνουν οι πιστοί μέσα στο γάμο.
Το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομείται ο γάμος είναι η αγάπη. Χάριν της αγάπης αρνούμαστε το «εγώ» μας, μέσα στο οποίο περιέχεται, κατά κάποιο τρόπο, και η πατρική μας οικογένεια. Είναι ένα κομμάτι του εαυτού μας αγαπητό, με το οποίο μας συνδέουν στενά δεσμοί αίματος και δυνατών αισθημάτων. Αποσυνδεόμαστε λοιπόν από αυτά, για να πετύχουμε να αγαπήσουμε τον σύζυγο. Και τότε νοιώθουμε την οικογένεια του συζύγου σαν δική μας οικογένεια. Τότε η προσφώνηση «πατέρα» ή «μητέρα» προς τον πεθερό και την πεθερά δεν είναι λόγος ευγενείας ή σχήμα λόγου, αλλά γέννημα της αγάπης μας προς τον σύζυγό μας και τους δικούς του. Σε τέτοιο βαθμό αγαπούμε τον άλλον σαν ο άλλος να είμαστε εμείς..
(«Το Μυστήριο του γάμου» Ιερομ. Γρηγορίου, σελ.8,9)